συνιστώμαι

συνιστώμαι
συνιστώμαι βλ. πίν. 61 (μόνο στον ενεστ.)
——————
Σημειώσεις:
συνιστώ, συνίσταμαισυνιστώ, συνιστώμαι : το πρώτο ρ. σημαίνει συγκροτώ, σχηματίζω ή αποτελώ.
Στην παθητική φωνή (συνίσταμαι) σημαίνει αποτελούμαι ή έχω ορισμένες ιδιότητες, ορισμένο περιεχόμενο. (Με ειδικές έννοιες χρησιμοποιούνται οι ουσιαστικοποιημένες μτχ. η συνιστώσα και η συνισταμένη).
Το δεύτερο ρ. (με παθ. φωνή συνιστώμαι) σημαίνει συμβουλεύω, υποδεικνύω σε κάποιον κάτι ή υποδεικνύω κάποιον ως κατάλληλο και άξιο.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • συνίσταμαι — συνίσταμαι, συστάθηκα βλ. πίν. 133 Σημειώσεις: συνιστώ, συνίσταμαι – συνιστώ, συνιστώμαι : το πρώτο ρ. σημαίνει → συγκροτώ, σχηματίζω ή αποτελώ. Στην παθητική φωνή (συνίσταμαι) σημαίνει → αποτελούμαι ή έχω ορισμένες ιδιότητες, ορισμένο… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • συνιστώ — συνιστώ, συνέστησα βλ. πίν. 158 Σημειώσεις: συνιστώ, συνίσταμαι – συνιστώ, συνιστώμαι : το πρώτο ρ. σημαίνει → συγκροτώ, σχηματίζω ή αποτελώ. Στην παθητική φωνή (συνίσταμαι) σημαίνει → αποτελούμαι ή έχω ορισμένες ιδιότητες, ορισμένο περιεχόμενο.… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • αλληλοπαρουσιάζομαι — παρουσιάζομαι, συνιστώμαι από κάποιον σε άλλον ή άλλους και ταυτόχρονα τόν παρουσιάζω εγώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλο * + παρουσιάζω ( ομαι)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”